ξυνώμοσαν

ξυνώμοσαν
συνόμνυμι
swear together
aor ind act 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • συνομνύω — ΝΑ, και συνόμνυμί και αττ. τ. ξυνομνύω και ξυνόμνυμι Α (στη νεοελλ. μόνον στον αόρ.) συνωμοτώ («πάντων Πελοποννησίων συνομοσαντων ἐπὶ σοί», Ηρόδ.) αρχ. 1. ορκίζομαι μαζί με άλλον 2. υπόσχομαι κάτι παίρνοντας όρκο («ξυνώμοσαν μὲν θάνατον ἀθλίῳ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”